Λίγες μέρες πριν το γύρισμα του χρόνου, συνέλαβα εαυτόν να στέκει αποσβολωμένος με το άκουσμα του τελευταίου δίσκου των Converge. Αισθανόμενος λίγος, ανεπαρκής κι εκτός γνώριμων υδάτων ώστε να συντάξω ακόμη και δυο αράδες για αυτόν, ζήτησα από τον καρδιακό μου φίλο και φανατικό οπαδό των Converge Σάκη Γεροντίδη να γράψει αυτός μια κριτική. Μου πρόσφερε κάτι πολύ περισσότερο. Τον θαυμάζω -όπως μου αρέσει να θαυμάζω τους δικούς μου ανθρώπους- και τον ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου. Είναι ο δικός μου Kurt Ballou. Είναι αδερφός. Χρόνια καλά σε όλους.
Με πολλή χαρά
(απο)δέχθηκα την 28η Δεκεμβρίου 2012 την πρόταση του φίλου μου
Κώστα, να γράψω μία παρουσίαση του νέου άλμπουμ των Converge, για να την αναρτήσει
στο ιστολόγιό του. Η ιδέα έσκασε right on time, γιατί εδώ και μέρες είχα νιώσει
την ανάγκη να εκφραστώ συγγραφικά σε ένα μη νομικό, προσωπικό κείμενο. Το
bluesundertheredsun.blogspot.com,
αποτέλεσε το ιδανικό περιβάλλον, γιατί είναι το ένα από τα (μόλις) δύο
ιστολόγια που παρακολουθώ συστηματικά, εκ των οποίων δε το μόνο που ανανεώνεται
/ εμπλουτίζεται συχνά.
Το ερώτημα που
με απασχόλησε μετά την αυθόρμητη καταφατική απάντησή μου, είχε να κάνει με το
ύφος που η παρουσίαση θα μπορούσε να λάβει. Θα παρουσιάζει τον δίσκο ως
αντι-κείμενο ή υπο-κείμενο; Η απάντηση στηρίχθηκε σε δύο δεδομένα:
α) Στην επί χρόνια
συναναστροφή μου με το χώρο της μουσικής δημοσιογραφίας, που με έπεισε ότι σχεδόν
κανείς δε γράφει για τη μουσική χάριν της μουσικής, αλλά για να καλύψει άλλες
ανάγκες, άλλοτε του «γίγνεσθαι» ή του «είναι», και άλλοτε του «φαίνεσθαι».
β) Στο ότι η πολυσυλλεκτικότητα
του ιστολογίου, ως διαδικτυακός αντικατοπτρισμός «του πνεύματος της οδού
Θερμοπυλών», επιτρέπει, αν δεν επιβάλλει, το να γράφεις όχι μόνο ό,τι θες, αλλά
όπως το θες.
Κατόπιν αυτών,
και ξεκινώντας, σας λέω ότι δε θα γράψω πως ακούγεται ο νέος δίσκος των
Converge, αλλά πως ακούω τον νέο δίσκο των Converge. Δε θα αναφερθώ στο σύνολο
της μουσικής, εικαστικής και στιχουργικής δημιουργίας ως αισθητικό αποτέλεσμα.
Αλλά στο κράμα εμπειριών που θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει στον ακροατή, ώστε το
άλμπουμ να του μιλήσει, όσο και όπως μίλησε σε εμένα.
Για τις
ανάγκες της (κατά το δυνατόν συνοπτικής) παρουσίασης και μόνο, οι υποψήφιοι
ακροατές χωρίζονται σε δύο ανθρωποτύπους, τα ειδοποιά χαρακτηριστικά των οποίων
αντιπαραβάλλονται.
Έτσι υπάρχουν:
Εκείνοι που
πήγαιναν σχολείο με το σχολικό, και εκείνοι που πήγαιναν πεζή με την παρέα
τους, ακόμη και όταν έβρεχε.
Εκείνοι που
έπαιξαν για πρώτη φορά αθλήματα στα γήπεδα αθλητικών συλλόγων, και εκείνοι που
«έστησαν» τέρματα στις αλάνες και καλάθια στα περβάζια παραθύρων.
Εκείνοι που
διάβασαν λογοτεχνία για να προετοιμαστούν για τη μελλοντική ζωή, και εκείνοι
που διάβασαν για να εξηγήσουν την ενεστώσα ζωή.
Εκείνοι που
έριξαν/έφαγαν για πρώτη φορά μπουνιά σε videogame, και εκείνοι που την έριξαν,
την έφαγαν, και το πιο ανατριχιαστικό, την άκουσαν για πρώτη φορά στο δρόμο.
Εκείνοι που
μπήκαν στο πανεπιστήμιο για να βρουν μια δουλειά, και εκείνοι που μπήκαν γιατί
διερευνούσαν έναν ακόμη πιθανό τρόπο έκφρασης/εξέλιξης.
Εκείνοι που
ενδόμυχα νιώθουν οικεία με την περσόνα του Christian Bale στο American Psycho, και εκείνοι που, αν
και ενδεχόμενα το ίδιο «επιτυχημένοι», καίνε τις δάφνες (της ματαιότητας) του
κοινωνικού στάτους, και βρίσκουν περισσότερο από τον εαυτό τους στο ‘A bout de souffle.
Εκείνοι που αν
και κορίτσια και αγόρια, υποδύονται τις γυναίκες και τους άνδρες, και εκείνοι
που αν και γυναίκες και άνδρες, υποδύονται τα κορίτσια και τα αγόρια, γιατί
αντιμάχονται στην παιδικότητα, την υπαρξιακή μοναξιά της ενηλικότητας...
Οι πρώτοι, θα
τα καταφέρουν στη ζωή τους. Οι δεύτεροι, θα ζήσουν τη ζωή τους. Θα πληγωθούν,
θα πληγώσουν, θα πληγωθούν.
Οι πρώτοι, θα «εκτιμήσουν»
το “All we love we leave behind”,
και θα καταναλώσουν, όπως το οτιδήποτε, έτσι και αυτό. Οι δεύτεροι, θα το
αγαπήσουν. Και θα ζήσουν με αυτό.
Γιατί έχει τα
όλα τα φάρμακα της Τέχνης, που «κάμνουνε – για λίγο- να μη νοιώθεται η πληγή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου