Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Σκιά στο μυαλό

Θα ήταν μεγάλη παράλειψη αν, ενώ έχω αραδιάσει μέσα στη χρονιά κάποιες δεκάδες δίσκων, να μην έγραφα δυο λόγια για αυτόν. Σας διαβεβαιώ ότι δεν είναι παράλειψη. Απλά ήθελα να είναι τελευταίος και καλύτερος, να φύγει αυτή η χρονιά με τη γλυκιά γεύση και τη συγκίνηση που ένιωσα όταν για πρώτη φορά άκουσα το δίσκο "Σκιά στο μυαλό" του αγαπημένου φίλου Μιχάλη Τσαντίλα, πριν ακόμη αυτός κυκλοφορήσει στα δισκοπωλεία από τον "Μετρονόμο". Ο δίσκος του Τσαντίλα έρχεται να επιβεβαιώσει κάτι που είχα ακούσει μικρός κι έκτοτε το συναντώ συνεχώς μπροστά μου. Ότι ο ερασιτέχνης είναι ο καλύτερος επαγγελματίας. Είναι αυτός που θα βάλει όλο το μεράκι του, θα ματώσει οικονομικά, θα ξενυχτήσει και θα το ταλαιπωρήσει, θα ρωτήσει, θα σβήσει και θα γράψει μέχρι να φέρει όσο περισσότερο γίνεται το όνειρό του κοντά στην πραγματικότητα. Κριτικές για τον δίσκο θα βρείτε πολλές. Εγώ θα επιστήσω την προσοχή σας στους τρυφερούς στίχους και σε ένα απολύτως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συνθέσεων. Ο Μιχάλης είναι μεγάλος μάστορας της αρμονίας, διαλέγει -ίσως επηρεασμένος από την αγάπη του για τη βρετανική σκηνή- σειρές από ακόρντα που αναζωογονούν τα τετριμμένα μοτίβα που ταλαιπωρούν την ελληνική δισκογραφία. Από τα τραγούδια του δίσκου θα ξεχωρίσω τον "Αρχάγγελο", "Μια σκιά", "Τι κι αν" και τα δύο αγγλόφωνα "Forgive Me" και "Take Me Away", καθώς ειδικά αυτά τα δυο τελευταία μου θύμισαν μοναδικές στιγμές από πρόβες και συναυλίες μας το παλιά τα χρόνια. 
Θα ήθελα να του ευχηθώ να συνεχίσει με την ίδια θέρμη να αγαπά τη Μουσική και να τον ευχαριστήσω από βάθους καρδίας για την αφιέρωση στο εσώφυλλο του δίσκου, κάτι που θεωρώ από τις μεγαλύτερες τιμές που μου έχουν γίνει. Τέλος, υπόσχομαι ότι για να απουσιάζω από την πρώτη του εν Αθήναις συναυλία θα πρέπει -μιας και ήταν της μοδός- ο κόσμος να χαλάσει!


Να υπενθυμίσω στους εν Σπάρτη κατοικοεδρεύοντες αναγνώστες ότι ο δίσκος είναι διαθέσιμος στο βιβλιοπωλείο "Αρκτούρος" (Ευαγγελιστρίας 41).

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Ο Σκύλος και το έντεχνο

Αναδημοσιεύω αναδημοσιευση και θεϊκό σκυλίσιο σχολιασμό του Στάθη "Σκύλου" Παναγιωτόπουλου από το προσωπικό του site.

Αναδημοσιεύω νέο πόνημα/ δελτίο τύπου που αφορά εκπρόσωπο του "εντεχνου" τραγουδιού, οι εκπρόσωποι του οποίου τον εκπροσωπούν με τρόπο που κάνει εμάς τους εκπροσώπους της λοιδορίας να τρίβουμε τα χέρια μας από ευχαρίστηση.
"Η αφορμή ήταν ένα γράμμα σε έναν ποιητή. Η αιτία ήταν μελωδίες και στίχοι πηγαίοι που το κοινό ταυτίστηκε [ωραίο συντακτικό]. Το όχημα ήταν και θα είναι η στεντόρεια, αισθαντική φωνή και η επικοινωνιακή δεινότητα. Ο Η.Β. έχει συνδέσει με έντεχνο τρόπο το βίωμα με τη μουσική και έχει κατοχυρωθεί ως ένας από τους καλύτερους τραγουδοποιούς στο μουσικό στερέωμα [αυτός που το έχει γράψει αγνοεί ότι να είσαι στεντόρεια δεν είναι απαραίτητα καλό για τη φωνή ενός τραγουδιστή. Ενός τελάλη ίσως]
Συνεχίζοντας τη χειμωνιάτικη μουσική του διαδρομή επισκέπτεται την τάδε πόλη στην τάδε ημερομηνία. Έχοντας στο δισάκι του ένα «σωρό ιδέες» ακροβατεί με ηχοχρώματα από την Ανατολή και τη Δύση και με τους σταθερούς του συνεργάτες ηλεκτρίζουν το τάδε μαγαζί. [το "δισάκι"προσέξτε. ΟΙ απλοί τραγουδιστές έχουν ξερωγω τσάντα]
Αναπάντεχα και μη, τραγούδια από την πολυετή δισκογραφία του προσεγγίζονται εκ νέου με διαφορετική ενορχήστρωση οδηγώντας στο διονυσιασμό και τη λύτρωση [απο τι;]. Στη συνταγή προστίθενται και τραγούδια από τη νέα του δισκογραφική δουλειά, που θα διαμορφωθεί και από τη διάδραση με τον κόσμο και αναμένεται να ταράξει τα ύδατα, καθώς πρόκειται για ένα μουσικό χρονογράφημα της Ελλάδας ειδομένης μέσα από τη ζωή του ίδιου του τραγουδοποιού. [προσέξτε τη διάδραση με τον κόσμο. Επίσης, το ότι ο δίσκος είναι χρονογράφημα λύνει επιτέλους την απορία, "πότε θα μιλήσουν οι πνευματικοί άνθρωποι;" Τέλος, οι απλοί μουσικοί ταράζουν τα νερά. Τα ύδατα μόνο λίγοι εκλεκτοί]
Μαζί του η τραγουδοποιός τάδε η οποία μας καλεί να ζωγραφίσουμε όνειρα μαζί της [πάντα τραγουδοποιός. Ποτέ τραγουδίστρια ή συνθέτις. Ενίοτε και ζωγράφος], καταθέτοντας τη δική της πρόταση στη γυναικεία τραγουδοποιία και ερμηνεύοντας με ξεχωριστό τρόπο τραγούδια του Η.Β.
Ο Η.Β. προσκαλεί τον κόσμο της τάδε πόλης, σε ένα αλλιώτικο ταξίδι για να ανακαλύψουμε τις δικές μας αυτόφωτες στιγμές και να μη γίνουμε στον καιρό παιχνίδια να μας χαλάνε τα παιδιά.
[Αυτό το τελευταίο τερμάτισε την έννοια "ψαγμένο". Δεν το κατάλαβα καν. Ούτε αυτός που τόγραψε. Ούτε κανείς άλλος. Θα παραμείνει αιώνιο μυστήριο]

Αντί για μελομακάρονα

Επειδή δεν είναι μόνο ο Μεϊμαράκης άντρας να τιμάει τα παντελόνια που φοράει, επανέρχομαι με ότι είχα υποσχεθεί. Επειδή όμως δεν είμαι τόσο άντρας όσο ο Βαγγέλας και ο Τατσόπουλος, ακολουθούν εφτά -και όχι έξι- δίσκοι, καθώς δεν μου έκανε καρδιά να αφήσω κάποιον απ' έξω. Άσε που το εφτά είναι και τυχερό νούμερο.

The Alabama Shakes - Boys And Girls
 Στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της μουσικής παραγωγής των τελευταίων χρόνων επικρατεί μια τάση επαναδιαπραγμάτευσης με τον vintage ήχο και εμένα προσωπικά, ως λάτρη της κουλτούρας των 70s δεν με ενοχλεί ουδόλως αν και αναγνωρίζω τον υπαρκτό κίνδυνο της εσωστρέφειας που συνοδεύει την επιστροφή στις ρίζες, να γίνουμε κάτι σαν τον Πόποτα από το Καφέ της Χαράς ένα πράγμα, να το γαμήσουμε και να ψοφήσει δηλαδή. Όπως και να έχει, η τάση αυτή φαίνεται να είναι όχι ακριβώς πλειοψηφική αλλά σίγουρα αρκετά ισχυρή και αφορά τις συνθέσεις, τις παραγωγές αλλά και ένα ευρύ φάσμα ιδιωμάτων, από ποπ μέχρι και το μέταλ. Οι Alabama Shakes, που κατάγονται όντως από την Alabama, σκάρωσαν έναν δίσκο που άνετα θα μπορούσε να ανήκει στον κατάλογο της Motown ή της Chess Records, με ωραίες mid tempo μελωδίες, απλές κιθάρες και μπόλικο συναίσθημα. Και ύστερα ήρθε η Brittany Howard. Διθυραμβικές κριτικές για τη φωνή της και σκόρπιες, διακριτικές απορίες για το αν  αυτή μοιάζει με αυτή της -Θου κύριε, φυλακή τω στόματί μου- Janis Joplin. Εγώ λέω ότι μοιάζει. Μεγάλα κομμάτια τα Be Mine, Rise To The Sun, I Ain't The Same.  

Jack White - Blunderbus
Θα ξεκινήσω την παρουσίαση του δίσκου με κάτι που διάβασα σε κάποιο ξένο site (ας με συγχωρήσει ο συντάκτης, αλλά δεν θυμάμαι σε ποιο ακριβώς). Έλεγε -ή μάλλον έγραφε- ο αγαπητός φίλος ότι ευτυχώς που διαλύθηκαν οι White Stripes και ακούμε καλύτερες μουσικές δια χειρός Jack White. Εδώ που τα λέμε, δεν έχει και πολύ άδικο. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν όντας ακόμη μέλος των Stripes, θα είχαν προκύψει οι εξαιρετικές δουλειές του στους Dead Weather ή οι συνεργασίες του με τον Danger Mouse ή τον Daniele Luppi στο Rome. Vintage ο ήχος κι εδώ (άλλωστε ο White είναι από τους γνωστούς παραγωγούς του "κινήματος" αυτού), αλλά σε καμία περίπτωση ακραίος και με πιο πολλές εναλλαγές στο ρυθμό σε σχέση με τον προηγούμενο δίσκο, το ίδιο γοητευτική η παράξενη φωνή του τόσο στις μπαλάντες όσο και στα πιο γρήγορα, ωραία δεύτερα φωνητικά, ωραίες και οι πεντατονικές μελωδίες στα -όχι και τόσα πολλά- κομμάτια που πρωταγωνιστεί η κιθάρα. Καμμένο εξώφυλλο με τον Jack να κρύβει την απαράδεκτη κόμη και ένα κοράκι κάτω από την κουκούλα του (για όνομα του Τουτατή!), ακόμα πιο καμμένοι (με την καλή έννοια πάντα) στίχοι αυτοκαταστροφής και ερωτικής απογοήτευσης (ακούστε το εξαιρετικό Love Interruption και θα πάρετε γραμμή). Σε απόλυτη συνάφεια με αυτά που σας είπα και ο συντάκτης του Rocking που αγωνιά για τους καρπούς και της επόμενης αποτυχημένης σχέσης του Jack.

Flying Lotus - Until The Quiet Comes
Ο δίσκος αυτός δεν ήταν στην αρχική εξάδα, είναι δηλαδή ο λόγος που δεν φάνηκα τόσο άντρας και αθέτησα την υπόσχεσή μου. Από τις τελευταίες προσθήκες στη δισκοθήκη μου, η πρόσφατη κυκλοφορία του Flying Lotus (aka Steven Allison), μεταξύ άλλων μακρινού συγγενούς του ζεύγους John και Alice Coltrane, είχε παραπάνω από έναν λόγους για να αποτελέσει προσθήκη της τελευταίας στιγμής. Πρώτον, για να σπάσω λίγο την πολλή τη σεβεντίλα, που ως γνωστόν τη βαριέται και ο παπάς. Δεύτερον, επειδή μου κίνησε το ενδιαφέρον για το τι σόι δισκος είναι αυτός, η διστακτικότητα του συντάκτη του DownBeat να τον εντάξει σε μια φόρμα, απορία που μου λύθηκε με την πρώτη ακρόαση. Τρίτον, γιατί ο δίσκος σπέρνει. Γαμεί. Τα σπάει και πάει λέγοντας. Ηλεκτρονική μουσική κατά βάση, που ενσωματώνει μελωδίες από διάφορα είδη, ο δίσκος του Flying Lotus είναι από τα ενδιαφέροντα ακούσματα που είχα πρόσφατα. Δεν ξέρω αν είναι ηλεκτρονική jazz όπως διάβασα κάπου και δεν ξέρω και αν υπάρχει ή αν εχει νόημα αυτός ο όρος. Είμαι όμως σίγουρος ότι αν αυτή είναι η οπτική για τη μουσική του μέλλοντος, τότε δεν θα χάσω ποτέ το ενδιαφέρον μου για αυτή. Αξιοσημείωτες συμμετοχές στα φωνητικά αυτές του Tom Yorke και της Erykah Badu.

Baby Trio - Urban Jazz
Κι έρχομαι εγώ τώρα και σε ρωτάω. Ανάφερέ μου πόσους καλύτερους οργανίστες ξέρεις από τον Γιώργο Κοντραφούρη. Ορκίσου ότι αν το δεύτερο track του δίσκου "Jazz Is..." περιλαμβανόταν σε δίσκο, ας πούμε, του Roy Hargrove και είχε κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες πωλήσεις, θα σε παραξένευε. Κοίτα με στα μάτια και πες μου ότι οι πιτσιρικάδες του Κοντραφούρη (Βασίλης Ποδαράς στα τύμπανα και Κωνσταντίνος Στουραϊτης στην ηλεκτρική κιθάρα) δεν παίζουν σαν κωλοπετσωμένοι τζαζίστες, αν και είναι -βάσει καταστατικού του συγκροτήματος- κάτω των εικοσιπέντε ετών. Στο ψητό τώρα. Ο Φούρης -ως συνήθως σε μεγάλη φόρμα στο hammond- ακουμπά τα δάχτυλά του και στο πιάνο, προς μεγάλη τέρψη του φίλου μου Χρήστου που τον εκτιμά απεριόριστα ως πιανίστα. Υψηλοί καλεσμένοι να συνοδεύουν το trio, ο Άγγελος Πολυχρόνου στα κρουστά, ο Αντώνης Ανδρέου στο τρομπόνι, ο πρώην κιθαρίστας του trio Αλέξανδρος Βήχος σε ένα κομμάτι και ο Dean Bowman -τραγουδιστής των πρωτοποριακών Screaming Headless Torsos το πάλαι ποτέ- στα φωνητικά. Στίχους σε ένα τραγούδι-αφιέρωμα στον McCoy Tyner έχει γράψει το δικό μας Πράγμα (aka Κωστής Χριστοδούλου). Πραγματικά αδυνατώ να ξεχωρίσω κάποιο από τα κομμάτια. Κονταροχτυπιούνται όλα στα ίσα μεταξύ τους, αν και ειδικά το ομώνυμο του δίσκου έχει τόσο καθηλωτικό groove που το σιγοτραγουδούσα για μέρες σε ύπνο και ξύπνιο μου.   

Gary Clark Jr. - Blak and Blu
Ένα ερώτημα πλανάται στην ατμόσφαιρα και στις στήλες των διαφόρων μουσικών περιοδικών. Μπορεί αυτός ο νεαρός Τεξανός να είναι ο αναμορφωτής των blues; Μπορεί αυτός, ο συμπατριώτης του Stevie Ray Vaughan, ένας κιθαρίστας που ο Clapton έριξε στην αρένα του Crossroads Guitar Festival σε τρυφερή ηλικία πριν δύο χρόνια έχοντας μάλλον κάτι δει σε αυτόν, να οδηγήσει τα blues στον 21ο αιώνα ώστε να μην καταλήξουν μουσειακό είδος; Αν δείτε και ακούσετε την απόδοσή του σε αυτό το φεστιβάλ-σταθμό για την κιθάρα , θα πείτε μάλλον ναι. Αν ακούσετε αυτόν το δίσκο, θα το πιστέψετε με μεγαλύτερη βεβαιότητα. Ο Clark προσδίδει στα blues που παίζει στο δίσκο του δύο χαρακτηριστικά. Το πρώτο, απαραίτητο από εμφάνισης του είδους, είναι η ψυχή τόσο στη φωνή όσο και στην κιθάρα. Το δεύτερο, απαραίτητο σε κάθε φόρμα που θέλει να προχωρήσει, είναι ο νεωτερισμός και η φρεσκάδα και αυτό είναι εμφανές τόσο στον cool τρόπο που τραγουδάει, όσο και στην παραγωγή αλλά και στους ήχους που επιλέγει στην κιθάρα του. Το set list περιλαμβάνει και πιο χαλαρά κομμάτια που φλερτάρουν με την r 'n' b και την pop αλλά εκεί που γίνεται ο κακός χαμός είναι όπου ο νεοσσός παίζει blues και funk συνθέσεις. Τεράστιες στιγμές τα When My Train Pulls In, Bright Lights, Numb και η μίξη του χεντριξιακού ύμνου Third Stone From The Sun με το δικό του If You Love Me Like You Say. Αυτόν τον fuzz ήχο στην κιθάρα πού διάολο τον βρήκε;
  
Pat Metheny - Unity Band
 Μου έκανε εξαιρετική εντύπωση το γεγονός ότι το λίαν αξιόπιστο Nextbop δεν περιέλαβε αυτόν το δίσκο στις καλύτερες jazz κυκλοφορίες της χρονιάς. Για μένα που προσπαθώ ασθμαίνοντας να ακολουθήσω το δαιμονιώδη ρυθμό δημιουργίας και κυκλοφοριών του Metheny, το Unity Band είναι από τα καλύτερα που έχει κυκλοφορήσει ποτέ και θα έλεγα ότι πλησιάζει το προσωπικό μου αγαπημένο Day Trip του 2008, στο οποίο ακόμη και τώρα όταν ακούω την απόδοση της τριάδας Metheny-McBride-Sanchez, αναλύομαι σε κλάματα. Η κυκλοφορία χαρακτηρίζεται από μια ιστορική για το χώρο ιδιαιτερότητα, την πρώτη ηχογράφηση του Metheny με σαξόφωνο μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια. Το σχήμα περιλαμβάνει τον σταθερό συνεργάτη του Antonio Sanchez στα τύμπανα, τον Chris Potter στο σαξόφωνο και τον Ben Williams στο μπάσο. Ο Metheny παίζει ακουστική, ηλεκτρική και synthesizer κιθάρα, εσύ μένεις άναυδος με τη φρασεολογία του κι εγώ μένω να βρίζω το Παλλάς που είχε το εισιτήριο σχεδόν εκατό γιούρο πέρισυ και να αναρωτιέμαι μετά από τόσα χρόνια ακόμη αν το Metheny τονίζεται στην παραλήγουσα ή στην προπαραλήγουσα.

Bobby Womack - The Bravest Man In The Universe
Να ξεκινήσω από το τέλος, από την κατακλείδα. Πρόκειται για μεγαλειώδη δίσκο, πραγματικά από τους κορυφαίους της χρονιάς. Και πώς να μην προέκυπτε τέτοιο έπος, όταν τα συστατικά είναι αρίστης ποιότητος και οι ιδέες καθηλωτικές. Ο εκ των μεγάλων μαστόρων του είδους, ευρισκόμενος για αρκετά χρόνια σε σχετική αφάνεια Womack προσφέρει ένα αλήστου μνήμης τραγουδιστικό soul αριστούργημα πάνω στον καμβά που σχεδίασαν για πάρτη του ο Richard Russell (XL Recordings, παραγωγός των Radiohead και του τελευταίου δίσκου του Gil Scott Heron μεταξύ άλλων) και ο αεικίνητος Damon Albarn των Blur. Συνεχίζοντας μια συνεργασία που τα πρώτα ψήγματα είχαμε γευτεί όταν οι Womack και Albarn είχαν συνεργαστεί για δίσκο των Gorillaz, o πρώτος τραγουδά  μια σκοτεινή -και ουδόλως party time- soul και ο δεύτερος χαράζει τον ήχο-σφραγίδα του δίσκου με κύρια χαρακτηριστικά του το πιάνο και τα drum beats που σε πολλά σημεία θυμίζουν κάτι από Massive Attack. Highlights του άλμπουμ, το Dayglo Reflection με τη συμμετοχή της Lana Del Ray και ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έχω ακούσει ποτέ, το Stupid, το οποίο ανοίγει με to εξής ιντερλούδιο του μεγάλου Gil Scott Heron: “He came on television and told everyone that he had seen God… So I stopped channel surfing immediately. He said that he had seen God and God told him to raise eight million dollars. God was broke." Άντε γεια...

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2012

Λίστες να δουν τα μάτια σου

Ο Δεκέμβριος είναι ένας μήνας που έχει πολλή πλάκα. Κάτι τα φωτάκια που με χάζευαν από πιτσιρικά, κάτι το χριστουγεννιάτικο δέντρο που παρεμπιπτόντως ξαναστόλισα φέτος μετά από χρόνια και κάτι οι λίστες με τους καλύτερους δίσκους του γέρου χρόνου που μας αφήνει, μου φτιάχνουν κάπως το κέφι. Πολύ θα ήθελα να ήμουν σε θέση να παραθέσω και μια δική μου λίστα δίπλα στις λογικές ή εντελώς παράλογες (γιατί υπάρχουν και τέτοιες) των διάφορων Spin, Mojo, Pitchfork, Rolling Stone, Down Beat και πάει λέγοντας. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν άδικο καθώς για λόγους που άπτονται του διαθεσιμου χρόνου και των διαθέσιμων χρημάτων αδυνατώ να έχω τέτοιες μέρες κάθε χρόνο αντικειμενική εικόνα για την πλειοψηφία των νέων δίσκων του γούστου μου. Πώς να αποφασίσω για τα καλύτερα της χρονιάς όταν δεν έχω ακούσει για παράδειγμα τον Lionel Loueke σε παραγωγή του γίγαντα Robert Glasper; Ή τα δύο φετινά άλμπουμ του ογκόλιθου Brad Mehldau, ένα με original συνθέσεις και ένα με standards της jazz δισκογραφίας; Ή την επιστροφή του Dr. Lonnie Smith με το The Healer; Ή αυτή του Dave Matthews; Ή το πρόσφατο άλμπουμ των Dinosaur Jr.; Δεν βγαίνει άκρη σας λέω, ορισμένες διαπιστώσεις ατάκτως ερριμμένες, όμως, νομίζω ότι μπορώ να κάνω ως φτωχός, με κουρεμένο μισθό, πλην τίμιος ακροατής πέραν αυτών που ήδη κατά καιρούς έχω κάνει. Έχουμε και λέμε. Απουσιάζει ή τέλοσπάντων δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου σοβαρός δίσκος με καλή, κιθαριστική, του σατανά ροκ μουσική. Οι Black Country Communion έβγαλαν δίσκο πριν μαλλιοτραβηχτούν αλλά φαίνεται ότι η φόρμα που υποστήριξαν στα προηγούμενα άλμπουμ άρχισε να εξαντλείται. Ο Joe Bonamassa κυκλοφόρησε έναν αξιοπρεπή δίσκο με πολύ καλές κιθαριστικές στιγμές, χωρίς να πλησιάζει -πράγμα ιδιαιτέρως δύσκολο- τα περσινά του κατορθώματα είτε κατά μόνας είτε στο ντουέτο του με την Beth Hart. O τιτάνας και άκρως υποτιμημένος (ευρισκόμενος στην σκιά του Bon Jovi) Richie Sambora το πάλεψε μια χαρά χωρίς ούτε αυτός να πλησιάσει το προ εικοσαετίας πόνημά του. Οι Tedeski Trucks Band είχαν ένα εκπληκτικό live δίσκο με το ζεύγος να παίζει παπάδες, συνέχεια του περσινού studio δίσκου. Ο Springsteen κυκλοφόρησε έναν συναισθηματικά φορτισμένο δίσκο Springsteen, που με κάθε ακρόαση γίνεται καλύτερος. Με το Meat and Bone των Jon Spencer Blues Explosion ψιλοβαρέθηκα. Ο Neil Young πρόσφερε στο πολυπληθές κοινό του δύο δίσκους, εκ των οποίων άκουσα μόνο το Psychedelic Pill, που είναι ότι λέει το όνομά του. Αδικαιολόγητη βαβούρα για χάρη των Japandroids, όταν τα ίδια πράγματα τα έχουν παίξει σοβαρά neo punk συγκροτήματα καμια δεκαπενταριά χρόνια τώρα. Κάπως καλύτερα τα πράγματα με το δίσκο των Django Django με ενδιαφέροντα φωνητικά και περίεργες μελωδικές γραμμές, αλλά μη φανταστείτε και κανένα αριστούργημα. Πολύ καλός δίσκος από τους Monophonics και όχι μόνο επειδή περιέχει τη διασκευή του Bang Bang που το έμαθε μέχρι και το τελευταίο τσόλι της παραλιακής, όπως καλός δίσκος μου φάνηκε και η επιστροφή του Mark Lanegan με το Blues Funeral. Συμπαθητικό δισκάκι από την κυρία Joan Osbourne, που είχα να μάθω νέα της από την εποχή που η φίλη μου η Νάντια τραγουδούσε σε χορούς των σχολείων το (What If God Was) One of Us κοιτώντας εκστασιασμένη το ταβάνι (για τους γνωρίζοντες). Εξαιρετική ψυχεδελική ροκ στο Circles των Moon Duo, το τσίμπησα σε βινύλιο και δεν έχασα. Jazz for the masses αραιωμένη με μπόλικη pop από την βιρτουόζο Esperanza Spalding στο Radio Music Society, το οποίο είχε να δώσει. Καινούργιος δίσκος και από τους αγαπημένους Nightstalker με πιο vintage ήχο σε σχέση με το Super Freak, στο live μου ακούστηκε μπόμπα. Άφθονο hip hop για το οποίο δεν μπορώ να εκφέρω άποψη καθώς δεν είμαι ιδιαίτερα φίλος, παρά μόνο για κάποια από τα πιο γελοία εξώφυλλα που έχω δει στη ζωή μου. Κάμποσες πρωτιές και ορισμένες πολύ καλές ιδέες στο Channel Orange του Frank Ocean, με τον ίδιο να αντιμετωπίζεται από τους opinion makers μάλλον υπερβολικά ως ο νέος Stevie Wonder ή ο μεσσίας της neo soul (χαλαρώστε και προς το παρόν προτιμήστε τον αυθεντικό). Τους εκλεκτούς Roots τους περίμενα καλύτερους στο Undun. Όχι ότι δεν μου άρεσε, αλλά... Καινούργια -αλλά όχι ακριβώς καινούργια- Norah Jones στο Little Broken Hearts, το οποίο περιλαμβάνει κάποια πραγματικά πολύ ωραία τραγούδια, όπως το ομώνυμο και το All A Dream. Αν σας άρεσαν τα προηγούμενα, θα σας αρέσει και αυτό. Πολύ πράγμα (διπλό άλμπουμ) και επιτυχημένη η επιστροφή στις ρίζες της ροκ, της φολκ και των μπλουζ από τον Mark Knopfler στο Privateering.     
Επειδή δεν βλέπω να τελειώνουμε, κάπου εδώ σταματάω. Θα επιμείνω σε δύο επιλογές μου για τις οποίες έχω ήδη γράψει και παραμένουν κορυφαίες για το έτος (και όχι μόνο). Αυτή του Dr. John με το Locked Down και αυτή του Robert Glasper με το Black Radio. Στην αμέσως επόμενη ανάρτηση θα παραθέσω κάποιους ακόμη δίσκους φετινής εσοδείας, έξι τον αριθμό, τους οποίους έλιωσα στην ακρόαση, έτσι για τα χρόνια πολλά.

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Όταν λέμε rock...

...εννοούμε τον Lemmy Kilmister. Όντας εξαιρετικά περήφανος που ο αδερφός μου βάφτισε το σκύλο μας με το όνομα αυτού του μύθου, αναδημοσιεύω μια άποψη του τι σημαίνει να μην ξεπουλιέσαι για το χρήμα, με αφορμή την κυκλοφορία ενός box set των Motorhead, το οποίο η εταιρία κοστολόγησε στην άκρως δελεαστική τιμή των 600 δολαρίων. «Η απληστία για ακόμη μια φορά επικράτησε. Συμβουλεύω ακόμα και τους πιο σκληροπυρηνικούς συλλέκτες να μην το αγοράσουν. Με ενοχλεί πραγματικά που το πουλάνε τόσο ακριβά σε τέτοιους καιρούς οικονομικής στενότητας. Μπράβο σας, δισκογραφικές! Θέλετε να πάρετε και την τελευταία δεκάρα από τους οπαδούς.»
...εννοούμε επίσης τον Frank Zappa. Όχι ότι χαρακτηρίζοντας με μια λέξη την μεγαλύτερη μουσική ιδιοφυΐα των τελευταίων πενήντα ετών, καθαρίζεις. Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο από το θάνατό του, απομαγνητοφωνώ ένα απόσπασμα μιας από τις τελευταίες συνεντεύξεις του στη Jamie Gangel και θα καταλάβετε τι εννοώ.
JG: Let me go through a list of words that whenever you read about Frank Zappa [...] and tell me how they strike you. Rock Legend.
FZ:  It's pathetic!
JG: Test pilot pushing the edge?
FZ:That's...
JG: Don't you like that a little bit?
FZ: No. It's a little bit too... to get that military aroma to it. 
JG: Eccentric genius?
FZ: Eccentric yes. Genius maybe.
JG: Funny guy.
FZ: Only to a few.
JG: How does Frank Zappa want to be remembered?
FZ: It's not important. 
JG: Wants to be remembered for the music?
FZ: It's not important to even be remembered. I mean the people who worry about being remembered are guys like Reagan, Bush. These people want to be remembered. And they spend a lot of money and do a lot of work to make sure that remembrance is just terrific. 
JG: And for Frank Zappa?
FZ: I don't care.

Ιεροτελεστία

Το σόλο που επινόησε το Πράγμα στο Colores Feliz του Ανδρέα Πολυζωγόπουλου χθες στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, θα μπορούσε να προκύψει μόνο από τον σατανικό συνδυασμό του McCoy Tyner και του Dr. John. Τελεία. Και παύλα. 

 Η φωτό από το site του Πολυζωγόπουλου

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Dazed and Confused

Ακόμα μεθυσμένος από αυτό που είδα και άκουσα την Παρασκευή στο Μέγαρο Μουσικής, βλέπω εδώ και δυο-τρεις μέρες στον ύπνο και στον ξύπνιο μου εικόνες ανυπέρβλητης και ανεκτίμητης συναισθηματικής αξίας προερχόμενες από τα μικράτα μου κιόλας. Το Μάκη να μου μαθαίνει το Stairway to Heaven στο μάθημα της κλασσικής κιθάρας και να επιμένει ότι "αν παίξεις αυτό το μπάσο ρε αντί για φα δίεση  ακούγεται καλύτερα από τον Page". Ακόμα έτσι το παίζω. Την καλή μου τη μαμά να γυρνάει από την Αθήνα, όπου ανάμεσα στις άλλες υποχρεώσεις της, ήταν και να μου φέρει την παραγγελιά από το κραταιό τότε Μετρόπολις. Πολλή η γκρίνια που την έστειλα στον όροφο με τους μαυροφορεμένους αλλά η αποστολή εξετελέσθη και από το πρώτο κιόλας δρομολόγιό της κρατουσα στα χέρια μου ένα διπλό πορτοκαλί σιντι που έφερε τον τίτλο Remasters. Ένα καλοφτιαγμένο -νομίζω- κολάζ σε μαύρο χαρτόνι, όπου ασυναίσθητα ή μη στο κέντρο του δέσποζε ο Plant από τη συναυλία του The Song Remains the Same. Ένα κακοφτιαγμένο -είμαι σίγουρος- logo του συγκροτήματος πάνω στο θρανίο. Μια αφίσα τους ίσως στο υπνοδωμάτιό μου, ίσως στο υπνοδωμάτιο καποιου κολλητού, ίσως στο πρόχειρο στούντιο στο γειτονικό υπόγειο. Την ανατριχίλα που συνόδευσε την ανακάλυψή μου ότι υπήρχε ζωή και μετά το Physical Graffiti, όταν άκουσα το Achilles Last Stand, το Nobodys Fault But Mine και το Tea for One από το Presence. Την έκφρασή μου, συνδυασμό απορίας και λύπης, όταν αναρωτιόμουν πώς γίνεται ένας γίγαντας σαν τον Bonzo να πνίγηκε στον εμετό του. 
Με αφορμή λοιπόν αυτή την αναμόχλευση αναμνήσεων και παθών, βυθίστηκα το τελευταίο διήμερο στην ανάγνωση συνεντεύξεων των ηρώων μου και ειδικά της ατμομηχανής του συγκροτήματος, του κυρίου Jimmy Page. Ξεχώρισα δύο από τις πάμπολλες που έχει δώσει στην πορεία όλων αυτών των ετών. Η πρώτη δόθηκε στο Guitar World το 1993 και αφορά καθαρά και ίσως εξειδικευμένα το μουσικό χαρακτήρα του ίδιου και των Zep. Μιλά για τις κιθάρες του, τις τεχνικές παιξίματος αλλά και τις πρωτοποριακές τεχνικές ηχογράφησης που χρησιμοποίησε για να αιχμαλωτίσει τον ήχο του δαίμονα John Bohnam, για τις επιρροές του αλλά και για το πόσο έχει μετανιώσει που δεν μπόρεσε να δει ζωντανά τον συνονόματό του Hendrix. Η δεύτερη συνέντευξη, η οποία προηγείται χρονικά της πρώτης κατά δεκαοχτώ χρόνια, είναι αυτή που πήρε από τον Page ο τεράστιος William Burroughs και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Crawdaddy τον Ιούνιο του 1975. Εκεί ο εκ των ηγετών του beat κινήματος παραθέτει ένα συναρπαστικό κείμενο με το οποίο στην ουσία συνοψίζει τη συνέντευξη στην οποία συζητήθηκε η μαγεία, η σχέση μουσικού και κοινού, οι μεταφυσικές ιδιότητες της μουσικής, το Μαρόκο, ο πύργος του Crawley και άλλα τέτοια παλαβά. Διαλέγετε και παίρνετε.Αν δεν διαλέξετε καμία, τότε βάλτε στο στερεοφωνικό σας το No Quarter και δεν θα χάσετε.

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Η μεγάλη πλημμύρα του Bill Frisell

Χθες το βράδυ είχα να τύχη να απολαύσω έναντι πινακίου φακής στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έναν από τους σημαντικότερους και σίγουρα πιο επιδραστικούς κιθαρίστες της σύγχρονης ιστορίας της jazz, τον κύριο Bill Frisell σε κάτι εντελώς ξεχωριστό. Ο καλλιτέχνης παρουσίαζε το έργο του "The Great Flood", το οποίο είναι η μουσική για την ομώνυμη ταινία του Bill Morrison, η οποία προβαλλόταν παράλληλα στη σκηνή.Η ταινία αποτελεί την καταγραφή μέσω αρχειακού υλικού της πλημμύρας που έπληξε την κοιλάδα του Μισισιπή την άνοιξη του 1927, οδηγώντας στον εκτοπισμό ενός εκατομμυρίου ανθρώπων και τη μετανάστευση αυτών στο αστικό περιβάλλον των μεγαλουπόλεων, γεγονόε το οποίο καθόρισε εν πολλοίς τη σύγχρονη ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ο Frissel επενδύει την ταινία με τρόπο μοναδικό, αποτίοντας φόρο τιμής σε όλες τις μουσικές φόρμες που γεννήθηκαν ή εξελίχθηκαν στην κοιλάδα του ποταμού τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια. Μόνη ατυχής συγκυρία η απουσία του ντράμερ λόγω εγκλωβισμού του στην -πλημμυρισμένη- Νέα Υόρκη. Μία εξαιρετική ανασκόπηση του έργου με αρκετά ιστορικά στοιχεία μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Αναφέρω χαρακτηριστικά ένα απόσπασμα για το ρόλο που διαδραμάτισε η καταστροφή στη σύγχρονη μουσική: 
"What they don’t teach us in school is the great migration to the north fueled the rise of acoustic blues. This included artists who survived the flood, such as Charley Patton and his High Water Everywhere, as well as Memphis Minnie and her When the Levee Breaks, which was reworked by Led Zepplin and became one of the group's biggest hits. Bessie Smith, Barbecue Bob and Kansas Joe McCoy also wrote songs. William Faulkner's short story Old Man was about a prison break from Parchman Penitentiary during the flood."

Trailer - "The Great Flood" from Bill Morrison on Vimeo.

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Μια ταινία, ένα βιβλίο, μια εκπομπή, μια ταβέρνα και το ταξίδι μιας νότας

Όχι ότι αναπολώ ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Αν εξαιρέσεις τις αναλογικά ελάχιστες ημέρες του που με βρίσκουν να κάνω χαρούλες σαν θαλάσσιος ελέφαντας και να μουλιάζω στις θάλασσες της Κεφαλονιάς ή του Γυθείου, οι υπόλοιπες ημέρες του μάλλον με κουράζουν. Ανεξαρτήτως όμως αυτής μου της παραξενιάς, ετούτος ήταν ένας ωραίος Αύγουστος και, τώρα που πήρε δειλά-δειλά να χειμωνιάζει, λέω να τον μνημονεύσω.

Η ταινία: Ο Χορός των Κατασκόπων. Πολιτικό δράμα που διαδραματίζεται στο μαρτυρικό Belfast της Ιρλανδίας, όπου μια αγωνίστρια του IRA πέφτει στα χέρια της MI5 και βρίσκεται αντιμέτωπη με αμείλικτα διλλήματα. Ακεραιότητα ή προδοσία; Το καλό του γιου της ή του αδερφού της; Οικογένεια  ή επανάσταση; Η Andrea Riseborough ερμηνεύει και σπάει κοκκαλα ενώ αποκάλυψη για μένα ήταν το γεγονός ότι ο Clive Owen είναι τελικά κανονικός ηθοποιός. Δραματική περιγραφή της καθημερινότητας μιας πόλης ευρισκόμενης υπό κανονική στρατιωτική κατοχή, όπου ούτε κηδεία δεν μπορεί να γίνει χωρίς την έγκριση των Βρετανών. Τα θυμάστε, τα έχει τραγουδήσει και ο Bono πολύ πριν η εποχή της αθωότητας δώσει τη θέση της σε αυτή της γραφικότητας και πολύ πριν πέσει στο καζάνι με τα δολλάρια. Είχε δροσίσει και ήταν ωραία στο ΦΙΛΙΠ της Νέας Σμύρνης.
Το βιβλίο: Η δικαίωση του αίματος. Αγνοούσα παντελώς ότι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ντουέτα συγγραφέα και ήρωα στο σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα έλαβε τέλος. Ο συγγραφέας Ian Rankin αφήνει πίσω του τον επιθεωρητή John Rebus ολοκληρώνοντας έναν ένδοξο κύκλο μυθιστορημάτων και πάει για άλλα. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του Rankin με ήρωα τον επιθεωρητή Malkolm Fox, ο οποίος είναι βυθισμένος στα σκατά με το καλημέρα, αν αναλογιστεί κανείς ότι ανήκει στο τμήμα εσωτερικών υποθέσεων της σκωτσέζικης αστυνομίας, γεγονός μεθερμηνευόμενο σε αυτόματη κατάταξη του ήρωα από τους συναδέλφους του στην κατηγορία των ρουφιάνων. Μια καταγγελία εναντίον ενός μπάτσου για σεξουαλική παρενόχληση είναι μόνο η αφορμή για να πλέξει ο Rankin έναν απίστευτο ιστό όπου είναι σχεδόν αδύνατο να ξεχωρίσει κάποιος αν αυτό που τροφοδοτεί τους εμπλεκόμενους είναι η ζήλια, οι πολιτικές φιλοδοξίες, η ιδέα μιας ελεύθερης Σκωτίας, ο έρωτας ή η ασυδοσία. Τεχνικά θαυμαστό το γεγονός ότι το σενάριο τρέχει τόσα σε ενεστώτα όσο και σε παρελθόντα χρόνο. Τον Fox δεν κατάφερα να τον ψυχολογήσω αλλά θα μου δοθούν κι άλλες ευκαιρίες.
Η εκπομπή: Βρίσκομαι στο αγαπημένο μου Βαλεριάνο, ένα από τα ελάχιστα χωριά της Κεφαλονιάς που στερούνται κατάληξης εις -άτα και πατρίδα του μεγάλου θαλασσοπόρου Ιωάννη Φωκά ή Juan de Fuca ισπανιστί. Η αυλή φωτίζεται μόνο από μια κίτρινη λάμπα με θολό τζάμι πάνω από την ξεβαμμένη, κόκκινη, σιδερένια πόρτα του σπιτιού και δίπλα στη λάμπα ξεκουράζεται μια μεγάλη σαύρα, η οποία πού και πού μου κάνει τη χάρη να με απαλλάσσει από κάποιο αιμοβόρο κουνούπι. Έχω βγάλει ένα παλιό ντιβάνι της γιαγιάς από το χωλ στην αυλή, έχω επιτελέσει το καθήκον μου να ανάψω τη φωτιά στην ψησταριά, έχω παραδώσει τη θράκα στις κοπέλες για να ψήσουν τα καλούδια και ξαπλώνω κοιτώντας από τις τρύπες της κληματαριάς έναν ουρανό που ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μετράει τόσα αστέρια. Κυλάω το κουμπί του τραντζίστορ και η βελόνα σταματάει στο Δεύτερο, όπου ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος μου κάνει ένα υπέροχο δώρο. Παίζει ολόκληρο το Ηοt Rats του Frank Zappa, χωρίς πετσοκόμματα, χωρίς διαφημίσεις ή φλυαρίες. Δεν ξέρετε πόσο ωραίο ακουγόταν το The Gumbo Variations, το Peaches en Regalia και το Little Umbrellas συνοδεία τζιτζικιών και τριζονιών! Νομίζω ότι το βράδυ μέσα στον ύπνο μου αναφωνούσα "δόξα και τιμή στον Zappa και τον Underwood". Η απόπειρα για μπάρμπεκιου σως απέτυχε παταγωδώς για δεύτερο συναπτό έτος. Κάλλιστα θα μπορούσα να την παραχωρήσω στους μπάτσους για δακρυγόνο στις πορείες.
Το ταξίδι μιας νότας: Η πανσέληνος της τριακοστής πρώτης του Αυγούστου ήταν μοναδική, όχι επειδή ήταν πανσέληνος αλλά επειδή είχα την τύχη να ακούσω τον Σταύρο Λάντσια και την ορχήστρα του στο θέατρο της Ρεματιάς. Δεν θα πω πολλά καθώς τα λόγια κυριολεκτικά είναι φτώχεια. Κι αν δάκρυσαν και κάποια μάτια, και τι μ' αυτό, αρκεί που γαλήνεψαν οι ψυχές μας. 
Η ταβέρνα: Οι συνθήκες ήταν τέτοιες που θα επιβίωναν μόνο οι ισχυροί. 35 βαθμούς Κελσίου έδειχνε το θερμόμετρο, δέκα το βράδυ το ρολόι και όλοι οι προσκεκλημένοι είχαμε ενημερωθεί εκ των προτέρων ότι το μενού στην ταβέρνα στην άκρη της Σπάρτης θα περιελάμβανε αποκλειστικά γίδα γκιούλμπασι (ήτοι στη λαδόκολα, μόνο με αλατοπίπερο, λίγο βούτυρο και σκόρδο, στο φούρνο για περίπου πεντ' έξι ώρες) συν τα περιφερικά συνοδευτικά. Το δείπνο ήταν θεσπέσιο, η μπύρα παγωμένη -αν και δεχτήκαμε μομφή από τον μύστη των αμνοεριφιών για την επιλογή μας έναντι του οίνου- τα δάχτυλά μας βυθισμένα στο λίπος, αλλά όλα αυτά αποκτούν χαρακτήρα μυσταγωγικό όταν τα μοιράζεσαι με τους δικούς σου ανθρώπους. Τους φίλους σου. Τους παιδικούς σου φίλους. Αυτούς που τους θυμάσαι να σε συνοδεύουν και να τους συνοδεύεις από τις απαρχές της μνήμης σου. Άλλο πράγμα. Ευχαριστώ σύντροφε Πάνο. Και του χρόνου.


Αν νομίζετε...

...ότι ο πρίγκηπας του σκότους είναι αυτός...

...τότε είστε βαθιά νυχτωμένοι, καθότι ο πραγματικός πρίγκηπας, άρχοντας και βασιλεύς του ερέβους είναι αυτός.


Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Νότης (Ποιότης)

Το ξέρω ότι κυκλοφορεί ευρέως στο διαδίκτυο αλλά δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό. No offense, Notis. Όπως λες κι εσύ, είναι θέμα αισθητικής...


Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Θεσσαλονίκη ΙΙ

Αφού έγραψα πρωτύτερα τις γλυκανάλατες κουταμάρες μου, εμπνεόμενος από τον σπουδαίο περιηγητή, ταξιδιώτη και φίλο Αστρομόνο παραθέτω σπάνιο φωτογραφικό υλικό από την προς Βορράν εκδρομούλα μου. 

Σαφής και κατηγορηματικός λόγος


Θερμαϊκός, η θάλασσα


Θερμαϊκός, το καφέ. Έξω.


Θερμαϊκός, το καφέ. Μέσα. 


Άκυρη, γιγαντιαίων διαστάσεων ελληνική σημαία, υψωμένη σε γερανό -συμφερόντων Μπόμπολα;
Εμβαδό επιφανείας αντιστρόφως ανάλογο του δείκτη νοημοσύνης του Ηλία Παναγιώταρου


Με το συμπάθειο αλλά πήγαινες γυρεύοντας.


Σπουδή πάνω στο βασικό θέμα 
(500 μέτρα παρακάτω)


Titties in the rain


Αμήν και πότε...


Θάλασσες...

Θεσσαλονίκη ανυπότακτη πόλη

Μιας και μιλούσα προηγούμενα για την ιστορική μνήμη μιας  πόλης, αναδημοσιεύω ένα άρθρο του δημοτικού συμβούλου Θεσσαλονίκης Τριαντάφυλλου Μηταφίδη που δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Αυγή της 28ης Οκτωβρίου 2012 και έχει τον τίτλο «Θεσσαλονίκη ανυπότακτη πόλη».

Ξημερώνοντας 30 Οκτωβρίου 1944, η νεκρή και πένθιμη όψη της Θεσσαλονίκης περνούσε οριστικά στο παρελθόν. Άνθρωποι κάθε ηλικίας ξεχύνονται στους δρόμους, αγκαλιάζονται και φιλιούνται, οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα. Μετά από οχτώ χρόνια βασιλομεταξικής και ναζιστικής τυραννίας, η Θεσσαλονίκη απελευθερώνεται από τους μαχητές του ΕΛΑΣ, που μπαίνουν στην πόλη με επικεφαλής τον Κώστα Συννεφάκη (καπετάν Νικήτα), διοικητή του 50ου Συντάγματος.
Έτσι, οι υποχωρούσες ναζιστικές δυνάμεις κατοχής δεν πρόφτασαν να ανατινάξουν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης -εκτός από ένα τμήμα του-, την ηλεκτρική εταιρεία, το υδραγωγείο της, τους μύλους Αλλατίνι, τα οποία είχαν υπονομεύσει με εκρηκτικά.
Δύο ΕΠΟΝίτισσες σκαρφαλωμένες στη στέγη ενός σπιτιού στην Άνω Πόλη απευθύνονται με τον τηλεβόα τους στην Κάτω Πόλη: «Αδέρφια, συμπολίτες, το σύνθημά μας “θάνατος στον φασισμό, λευτεριά στον λαό” έγινε πραγματικότητα. Η περίφημη πόλη μας, που επί τέσσερα χρόνια στέναζε κάτω από τη φασιστική μπότα, μα ποτέ δεν έπαψε να αντιστέκεται, είναι επιτέλους ελεύθερη. Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα! Ζήτω η λευτεριά! Ζήτω η αδούλωτη Θεσσαλονίκη! Ζήτω οι απελευθερωτές του ΕΛΑΣ! Για την ευτυχισμένη και πολυπόθητη αυτή μέρα χύσαν το αίμα τους και θυσιάστηκαν τα πιο ακριβά παλικάρια και κορίτσια της πόλης μας. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τους τολμηρούς και ανδρειωμένους που με τη ζωή τους μας έδειξαν τον δρόμο της λευτεριάς, αιώνια τιμή και δόξα στους ήρωές μας…» (Στέλιου Γεωργιάδη, Θεσσαλονίκη ανυπότακτη πόλη, 1995, σελ. 292).
Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης στις 30 Οκτωβρίου του 1944 από τους ναζί έγινε αποκλειστικά από τις ΕΑΜικές αντιστασιακές δυνάμεις και τον στρατιωτικό τους βραχίονα, τον ΕΛΑΣ. Παρά τη συμφωνία της Καζέρτας να παραδοθεί η εξουσία στους Άγγλους υπό τον Βρετανό αρχιστράτηγο Σκόμπι, όπως συνέβη στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, και παρά την εντολή του διοικητή του ΕΛΑΣ Στέφανου Σαράφη να παραμείνουν οι αντάρτικες δυνάμεις στις παρυφές της πόλης και να περιμένουν την απόβαση των Βρετανών, οι ηγέτες της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας Μάρκος Βαφειάδης και Ευριπίδης Μπακιρτζής δεν υπάκουσαν στις άνωθεν διαταγές. Ο Βαφειάδης έστειλε το παρακάτω ιστορικό τηλεγράφημα προς το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ:
«Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας. Τμήματά μας εισήλθον Θεσσαλονίκη σήμερον 3ην μετά μεσημβρίαν. Λαός Θεσσαλονίκης έξαλλος από ενθουσιασμόν διατρέχει οδούς πόλεως εναγκαλιζόμενος αντάρτες. Εργοστάσια ηλεκτροφωτισμού και μύλος Αλλατίνι κατόπιν επεμβάσεως ΕΛΑΣ διασώθηκαν. Εστία εθνοπροδοτών ΧΑΝ παρέδωσε βαρύν οπλισμόν. Θα αναγκαστεί εις παράδοσιν. Τμήματά μας προσανατολίζονται προς δυτικόν τμήμα πόλεως για χτυπήματα… Παρόν τηλεγράφημα παρακαλώ δοθεί ΠΓ του ΚΚΕ. Αναμένω. Μάρκος 30.10.44».
68 χρόνια μετά το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης, που γιορτάζει «την ενσωμάτωσή της στον εθνικό κορμό» (Γ. Μπουτάρης), οφείλει να σεβαστεί την ιστορική αλήθεια και να τιμήσει τους σωτήρες-απελευθερωτές της Θεσσαλονίκης:
α) Αποδίδοντας σε δρόμους της τα ονόματα του Μάρκου Βαφειάδη, του Ευριπίδη Μπακιρτζή και του αντιστασιακού μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ, που διαπραγματεύθηκε την αποχώρηση των ναζιστικών στρατευμάτων χωρίς άσκοπες καταστροφές και απώλειες
β) Απαλείφοντας από δρόμους της πόλης τα ονόματα:
* Του διορισμένου από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου κατοχικού «δημάρχου» Κωνσταντίνου Μερκουρίου, ο οποίος μαζί με τον μητροπολίτη Γεννάδιο, τον καθηγητή Π. Βιζουκίδη και τον στρατιωτικό διοικητή Ραγκαβή παρέδωσαν τα κλειδιά της πόλης στα ναζιστικά στρατεύματα. Τη δε επομένη της κατάληψης της πόλης, 10/4/1941, με προκήρυξή του ο Μερκουρίου κάλεσε τον λαό της Θεσσαλονίκης να καθίσει στα αβγά του ως «υπέρτατον πατριωτικόν καθήκον», αφού «ο στρατός της Γερμανίας από της πρώτης στιγμής της εισόδου του εις την πόλιν ετήρησεν έναντι ημών στάσιν γενναιόφρονα και ιπποτικήν» και «ουδέν έχει να φοβηθή τιθέμενος υπό την προστασίαν ενός έθνους γενναίου και ευγενούς. Η τιμή του, η ζωή του και η περιουσία του θα είναι πλήρως εξησφαλισμένη»(!) Τον Δεκέμβριο του 1942 έβαλε συνεργεία του δήμου να ισοπεδώσουν το εβραϊκό νεκροταφείο, να ξηλώσουν τις ταφόπλακες και να τις χρησιμοποιήσουν για... κράσπεδα πεζοδρομίων(!)
* Του συνταγματάρχη - κατοχικού Γενικού Επιθεωρητή Νομαρχιών Μακεδονίας και Φρούραρχου Θεσσαλονίκης Αθανάσιου Χρυσοχόου, που είχε οχυρωθεί με τους ταγματασφαλίτες στο κτήριο της ΧΑΝΘ, υποστηρικτή των Ταγμάτων Ασφαλείας, μάρτυρα υπεράσπισης του αρχιεγκληματία Μαξ Μέρτεν.
Τα ονόματά τους έδωσε σε δρόμους της πόλης το χουντικό Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης (29-1-1971).
* Του επίσης κατοχικού «δημάρχου» Γεωργίου Σερεμέτη, που στις 26 Μαρτίου 1943 -μία βδομάδα μετά την πρώτη αποστολή 2.400 συμπολιτών μας στα κρεματόρια του Άουσβιτς- εισηγήθηκε στο Δ.Σ. «την μετονομασίαν των οδών της πόλεως των φερουσών ισραηλιτικά ονόματα». Το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης οφείλει να καταργήσει στην προσεχή του συνεδρίαση (29-10-2012) την κατάπτυστη αυτή απόφαση, ως στοιχειώδη ένδειξη σεβασμού στους συμπολίτες μας μάρτυρες του Ολοκαυτώματος.
Απέναντι στις σαρακοφαγωμένες «αλήθειες» και τις επινοημένες παραδόσεις της «εθνικώς ορθής δημόσιας ιστορίας», η δημοτική κίνηση «Θεσσαλονίκη-ανοιχτή πόλη» -ανήμερα της απελευθέρωσης της πόλης από τους Ναζί και τους δωσίλογους ταγματαλήτες- θα μετονομάσει συμβολικά την οδό Κ. Μερκουρίου σε οδό «30ης Οκτωβρίου 1944», γωνία Μερκουρίου και Β. Όλγας, στη 1.30μ.μ. Γιατί, επιπλέον, αυτή η πόλη είχε το ιστορικό προνόμιο να ιδρύσει στις 15 Μαΐου 1941 την πρώτη σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη αντιστασιακή οργάνωση, την «Ελευθερία».


Οι σημειώσεις με έντονη γραμματοσειρά παρατίθενται ακριβώς όπως στο αρχικό κείμενο. 

Θεσσαλονίκη Ι

Γουστάρω τρελά τη Σαλονίκη. Έχω περάσει πολύ καλά, είτε όταν έμεινα ως έφηβος τίγκα στο καβλόσπυρο στην τριήμερη εκδρομή του σχολείου στα τέλη των nineties, είτε ως φαντάρος με απαράδεκτο κοντοκουρεμένο μαλλί και προβλεπόμενη φαβορίτα στην εικοσαήμερη εκπαίδευσή μου –αγνοώ ακόμα σε ποιο αντικείμενο- πριν τέσσερα και κάτι χρόνια είτε τώρα που είμαι στο τρένο και γυρνάω από ένα βιαστικό αλλά πανέμορφο τριήμερο. Είναι το ένα πέμπτο –και αν- από τη Μεγάλο Χωριό και έχει τριπλάσιους ωραίους, φαρδείς δρόμους. Έχει ωραία πάρκα, ακόμη πιο ωραία πιτόγυρα αλλά βασικά έχει θάλασσα. Βρώμικη και θολή, αλλά θάλασσα. Θάλασσα με λογής-λογής βαπόρια, από γραφικά ιστιοφόρα μιμούμενα αυτό του Τζακ Σπάροου για ξελιγωμένους τουρίστες μέχρι τάνκερ ερχόμενα από του διαόλου τη μάνα, που αράζουν στην αγκαλιά του Θερμαϊκού μέχρι να κάλμάρει η θάλασσα. Και όποιον τόπο βρέχει η θάλασσα, όπου δένουν τα βαπόρια κατεβαίνουν και άνθρωποι διάφοροι, με ιδέες διάφορες, με θρησκείες, γλώσσες, κουζίνες  και φορεσιές διάφορες. Σλάβοι, Μικρασιάτες, χριστιανοί, μουσουλμάνοι και –κυρίως- Εβραίοι έδωσαν στην πόλη και πήραν από αυτή πολλά. Η ίδια εικόνα, τα ίδια βαπόρια, με γοητεύουν και στη μικρή λακωνική Νεάπολη. Αλλά η Θεσσαλονίκη δεν είναι χωριό, είναι πόλη. Είναι πόλις κι εγώ αγαπώ τον αστικό πολιτισμό. Και όπως πολύ ωραία το διατύπωσε ο Σαββόπουλος προ ημερών σε συνέντευξή του, ήταν ανέκαθεν πόλις, γεννήθηκε, μεγάλωσε και γαλουχήθηκε ως τέτοια. Και συνέχισε θυμίζοντας ότι δεν έχουν περάσει και πολλά χρόνια που στο Μεγάλο Χωριό πρόβατα έβοσκαν ανάμεσα σε χορταριασμένους, ξεμπασκωμένους και κατά γης πεσμένους κίονες. Πώς να του δώσεις άδικο;
Μπορώ να ευχηθώ κάτι, αν και νότιος από την άλλη άκρη της Ελλάδας; Να ξαναβρεί τη ζωντάνια της και το νεύρο της. Να τους αγκαλιάσει όλους. Να αφήσει οριστικά πίσω την αχαλίνωτη μαλακία και γραφικότητα της εποχής Ψωμιάδη. Να μην υποκύψει στην παραλυτική ουδετερότητα της εποχής Μπουτάρη και στον κουτσό σωβινισμό του Άνθιμου και να σεβαστεί την ιστορία της. Γιατί οι πόλεις δεν αξίζει να είναι ωραίες μόνο για τα καρτ ποστάλ. Αξίζει να είναι ωραίες για να τις ζουν οι άνθρωποι.