Τι μεσολάβησε από την αυθεντική εμφάνιση την 14η Ιουνίου του 2000 μέχρι το προ ημερών αξιοπρεπέστατο αφιέρωμα των Καπηλίδη, Βήχου, Φράγκου και Παπάζογλου; Ή μάλλον, τι μεσολάβησε από τις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν η μαμά μου ανέβαινε στην Αθήνα και περνούσε από το ακμαίο τότε Μετρόπολις φέρουσα σκονάκι με τους δίσκους που όφειλε να προσκομίσει αμά τη επιστροφή της στην κοιμώμενη επαρχία, μεταξύ των οποίων δέσποζε αυτός που στο ασπρόμαυρο εξώφυλλο απεικόνιζε έναν μοναχό παραδομένο στις φλόγες, μέχρι και σήμερα; Τι έχω να θυμάμαι από αυτά τα περίπου είκοσι χρόνια, που δίχως άλλο κορυφώθηκαν τότε στην Πετρούπολη, σε ένα θέατρο που έβραζε τόσο που σχεδόν έλιωναν τα πέριξ νταμάρια; Τότε που για ενενήντα λεπτά βρεθήκαμε αιχμάλωτοι του πιο οργισμένου groove; Τότε που η ευρισκόμενη στο απόγειό της τετράδα επισκέφθηκε μια χώρα, της οποίας το κοινό έμελλε δεκατρία χρόνια μετά να έχει ανάγκη το κήρυγμά της περισσότερο από ποτέ, σίγουρα όχι για να το σώσει αλλά απλά και μόνο για να λυτρώσει την ψυχή του; Τι μεσολάβησε από τον σκυθρωπό και σεληνιασμένο νεαρό Zack De La Rocha του 1993 στον σαφώς πιο χαμογελαστό αλλά εξίσου σεληνιασμένο Zack De La Rocha του Battle of Britain το 2010, εκτός από την επί τα βελτίω αλλαγή στην κόμη; Με λίγα λόγια, τι γράφει ο έλεγχος των Rage Against The Machine εκτός από τις άκρως τιμητικές κατηγορίες για κακή διαγωγή;
Γράφει, λοιπόν, για έναν από τους πιο νεωτεριστές κιθαρίστες της τελευταίας εικοσαετίας. Κανείς, μα κανείς δεν παίζει κιθάρα σαν τον Morello. Δεν εννοώ καλύτερα ή χειρότερα. Μιλάω για τον τρόπο που χρησιμοποιεί το όργανο. Γράφει για έναν εκρηκτικό frontman, έναν οδοστρωτήρα επί σκηνής, έναν γλυκύτατο άνθρωπο κάτω από αυτή, που έμπαινε συχνά-πυκνά στο ρόλο του ρεπόρτερ για να πάρει συνέντευξη από τον Noam Chomsky ή από τους Ζαπατίστας, ή να διαμαρτυρηθεί για τα δικαιώματα των ιθαγενών, για ζητήματα δηλαδή τα οποία τύγχαναν ελάχιστης προβολής από τα αμερικανικά ΜΜΕ. Γράφει για ένα από τα πιο δεμένα και groovy rythm sections. Γράφει για κάποιες από τις πιο δαιμονιώδεις ζωντανές εμφανίσεις. Γράφει για τους πύρινους στίχους που έφτυνε με μίσος ο De La Rocha, χρησιμοποιώντας την αγγλική γλώσσα σε υψηλότατο επίπεδο, σε πείσμα όσων πιστεύουν ότι το τραγούδι διαμαρτυρίας περιορίζεται στα fuck και στα shit. Γράφει για έναν εκπληκτικό δίσκο με διασκευές, ο σκοπός του οποίου είναι να κοινωνήσει στο ακροατήριό τους όλους αυτούς που οι ίδιοι ένιωθαν ως καλλιτεχνικούς πατέρες τους, είτε αυτοί λέγονταν Dylan είτε MC5. Γράφει για ένα ιστορικό χτύπημα που έφεραν στη μουσική βιομηχανία και στον Simon Cowell το 2009 όταν η καμπάνια που οργάνωσαν θαυμαστές τους με σκοπό να εκθρονίσουν με το Killing In The Name την μπούρδα του X Factor από την κορυφή των χριστουγεννιάτικων charts στέφθηκε με επιτυχία. Αλλά βασικά γράφει για στιγμές σαν αυτή.
Γράφει, λοιπόν, για έναν από τους πιο νεωτεριστές κιθαρίστες της τελευταίας εικοσαετίας. Κανείς, μα κανείς δεν παίζει κιθάρα σαν τον Morello. Δεν εννοώ καλύτερα ή χειρότερα. Μιλάω για τον τρόπο που χρησιμοποιεί το όργανο. Γράφει για έναν εκρηκτικό frontman, έναν οδοστρωτήρα επί σκηνής, έναν γλυκύτατο άνθρωπο κάτω από αυτή, που έμπαινε συχνά-πυκνά στο ρόλο του ρεπόρτερ για να πάρει συνέντευξη από τον Noam Chomsky ή από τους Ζαπατίστας, ή να διαμαρτυρηθεί για τα δικαιώματα των ιθαγενών, για ζητήματα δηλαδή τα οποία τύγχαναν ελάχιστης προβολής από τα αμερικανικά ΜΜΕ. Γράφει για ένα από τα πιο δεμένα και groovy rythm sections. Γράφει για κάποιες από τις πιο δαιμονιώδεις ζωντανές εμφανίσεις. Γράφει για τους πύρινους στίχους που έφτυνε με μίσος ο De La Rocha, χρησιμοποιώντας την αγγλική γλώσσα σε υψηλότατο επίπεδο, σε πείσμα όσων πιστεύουν ότι το τραγούδι διαμαρτυρίας περιορίζεται στα fuck και στα shit. Γράφει για έναν εκπληκτικό δίσκο με διασκευές, ο σκοπός του οποίου είναι να κοινωνήσει στο ακροατήριό τους όλους αυτούς που οι ίδιοι ένιωθαν ως καλλιτεχνικούς πατέρες τους, είτε αυτοί λέγονταν Dylan είτε MC5. Γράφει για ένα ιστορικό χτύπημα που έφεραν στη μουσική βιομηχανία και στον Simon Cowell το 2009 όταν η καμπάνια που οργάνωσαν θαυμαστές τους με σκοπό να εκθρονίσουν με το Killing In The Name την μπούρδα του X Factor από την κορυφή των χριστουγεννιάτικων charts στέφθηκε με επιτυχία. Αλλά βασικά γράφει για στιγμές σαν αυτή.
Yes, I know my enemies
They're the teachers who taught me to fight me, compromise, conformity, assimilation, submission, hypocrisy, brutality, the elite
All of which are American dreams
All of which are American dreams
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου