Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Μια ταινία, ένα βιβλίο, μια εκπομπή, μια ταβέρνα και το ταξίδι μιας νότας

Όχι ότι αναπολώ ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Αν εξαιρέσεις τις αναλογικά ελάχιστες ημέρες του που με βρίσκουν να κάνω χαρούλες σαν θαλάσσιος ελέφαντας και να μουλιάζω στις θάλασσες της Κεφαλονιάς ή του Γυθείου, οι υπόλοιπες ημέρες του μάλλον με κουράζουν. Ανεξαρτήτως όμως αυτής μου της παραξενιάς, ετούτος ήταν ένας ωραίος Αύγουστος και, τώρα που πήρε δειλά-δειλά να χειμωνιάζει, λέω να τον μνημονεύσω.

Η ταινία: Ο Χορός των Κατασκόπων. Πολιτικό δράμα που διαδραματίζεται στο μαρτυρικό Belfast της Ιρλανδίας, όπου μια αγωνίστρια του IRA πέφτει στα χέρια της MI5 και βρίσκεται αντιμέτωπη με αμείλικτα διλλήματα. Ακεραιότητα ή προδοσία; Το καλό του γιου της ή του αδερφού της; Οικογένεια  ή επανάσταση; Η Andrea Riseborough ερμηνεύει και σπάει κοκκαλα ενώ αποκάλυψη για μένα ήταν το γεγονός ότι ο Clive Owen είναι τελικά κανονικός ηθοποιός. Δραματική περιγραφή της καθημερινότητας μιας πόλης ευρισκόμενης υπό κανονική στρατιωτική κατοχή, όπου ούτε κηδεία δεν μπορεί να γίνει χωρίς την έγκριση των Βρετανών. Τα θυμάστε, τα έχει τραγουδήσει και ο Bono πολύ πριν η εποχή της αθωότητας δώσει τη θέση της σε αυτή της γραφικότητας και πολύ πριν πέσει στο καζάνι με τα δολλάρια. Είχε δροσίσει και ήταν ωραία στο ΦΙΛΙΠ της Νέας Σμύρνης.
Το βιβλίο: Η δικαίωση του αίματος. Αγνοούσα παντελώς ότι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ντουέτα συγγραφέα και ήρωα στο σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα έλαβε τέλος. Ο συγγραφέας Ian Rankin αφήνει πίσω του τον επιθεωρητή John Rebus ολοκληρώνοντας έναν ένδοξο κύκλο μυθιστορημάτων και πάει για άλλα. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του Rankin με ήρωα τον επιθεωρητή Malkolm Fox, ο οποίος είναι βυθισμένος στα σκατά με το καλημέρα, αν αναλογιστεί κανείς ότι ανήκει στο τμήμα εσωτερικών υποθέσεων της σκωτσέζικης αστυνομίας, γεγονός μεθερμηνευόμενο σε αυτόματη κατάταξη του ήρωα από τους συναδέλφους του στην κατηγορία των ρουφιάνων. Μια καταγγελία εναντίον ενός μπάτσου για σεξουαλική παρενόχληση είναι μόνο η αφορμή για να πλέξει ο Rankin έναν απίστευτο ιστό όπου είναι σχεδόν αδύνατο να ξεχωρίσει κάποιος αν αυτό που τροφοδοτεί τους εμπλεκόμενους είναι η ζήλια, οι πολιτικές φιλοδοξίες, η ιδέα μιας ελεύθερης Σκωτίας, ο έρωτας ή η ασυδοσία. Τεχνικά θαυμαστό το γεγονός ότι το σενάριο τρέχει τόσα σε ενεστώτα όσο και σε παρελθόντα χρόνο. Τον Fox δεν κατάφερα να τον ψυχολογήσω αλλά θα μου δοθούν κι άλλες ευκαιρίες.
Η εκπομπή: Βρίσκομαι στο αγαπημένο μου Βαλεριάνο, ένα από τα ελάχιστα χωριά της Κεφαλονιάς που στερούνται κατάληξης εις -άτα και πατρίδα του μεγάλου θαλασσοπόρου Ιωάννη Φωκά ή Juan de Fuca ισπανιστί. Η αυλή φωτίζεται μόνο από μια κίτρινη λάμπα με θολό τζάμι πάνω από την ξεβαμμένη, κόκκινη, σιδερένια πόρτα του σπιτιού και δίπλα στη λάμπα ξεκουράζεται μια μεγάλη σαύρα, η οποία πού και πού μου κάνει τη χάρη να με απαλλάσσει από κάποιο αιμοβόρο κουνούπι. Έχω βγάλει ένα παλιό ντιβάνι της γιαγιάς από το χωλ στην αυλή, έχω επιτελέσει το καθήκον μου να ανάψω τη φωτιά στην ψησταριά, έχω παραδώσει τη θράκα στις κοπέλες για να ψήσουν τα καλούδια και ξαπλώνω κοιτώντας από τις τρύπες της κληματαριάς έναν ουρανό που ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μετράει τόσα αστέρια. Κυλάω το κουμπί του τραντζίστορ και η βελόνα σταματάει στο Δεύτερο, όπου ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος μου κάνει ένα υπέροχο δώρο. Παίζει ολόκληρο το Ηοt Rats του Frank Zappa, χωρίς πετσοκόμματα, χωρίς διαφημίσεις ή φλυαρίες. Δεν ξέρετε πόσο ωραίο ακουγόταν το The Gumbo Variations, το Peaches en Regalia και το Little Umbrellas συνοδεία τζιτζικιών και τριζονιών! Νομίζω ότι το βράδυ μέσα στον ύπνο μου αναφωνούσα "δόξα και τιμή στον Zappa και τον Underwood". Η απόπειρα για μπάρμπεκιου σως απέτυχε παταγωδώς για δεύτερο συναπτό έτος. Κάλλιστα θα μπορούσα να την παραχωρήσω στους μπάτσους για δακρυγόνο στις πορείες.
Το ταξίδι μιας νότας: Η πανσέληνος της τριακοστής πρώτης του Αυγούστου ήταν μοναδική, όχι επειδή ήταν πανσέληνος αλλά επειδή είχα την τύχη να ακούσω τον Σταύρο Λάντσια και την ορχήστρα του στο θέατρο της Ρεματιάς. Δεν θα πω πολλά καθώς τα λόγια κυριολεκτικά είναι φτώχεια. Κι αν δάκρυσαν και κάποια μάτια, και τι μ' αυτό, αρκεί που γαλήνεψαν οι ψυχές μας. 
Η ταβέρνα: Οι συνθήκες ήταν τέτοιες που θα επιβίωναν μόνο οι ισχυροί. 35 βαθμούς Κελσίου έδειχνε το θερμόμετρο, δέκα το βράδυ το ρολόι και όλοι οι προσκεκλημένοι είχαμε ενημερωθεί εκ των προτέρων ότι το μενού στην ταβέρνα στην άκρη της Σπάρτης θα περιελάμβανε αποκλειστικά γίδα γκιούλμπασι (ήτοι στη λαδόκολα, μόνο με αλατοπίπερο, λίγο βούτυρο και σκόρδο, στο φούρνο για περίπου πεντ' έξι ώρες) συν τα περιφερικά συνοδευτικά. Το δείπνο ήταν θεσπέσιο, η μπύρα παγωμένη -αν και δεχτήκαμε μομφή από τον μύστη των αμνοεριφιών για την επιλογή μας έναντι του οίνου- τα δάχτυλά μας βυθισμένα στο λίπος, αλλά όλα αυτά αποκτούν χαρακτήρα μυσταγωγικό όταν τα μοιράζεσαι με τους δικούς σου ανθρώπους. Τους φίλους σου. Τους παιδικούς σου φίλους. Αυτούς που τους θυμάσαι να σε συνοδεύουν και να τους συνοδεύεις από τις απαρχές της μνήμης σου. Άλλο πράγμα. Ευχαριστώ σύντροφε Πάνο. Και του χρόνου.


2 σχόλια:

  1. Να 'σαι καλά ρε Κώστα που μου θύμισες ότι οφείλω να τιμήσω αυτήν την υπέρτατη στιγμή του καλοκαιριού. Σε αντιγράφω γιατί ό,τι ήταν να πω το είπες ήδη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Υψώνω την παγωμένη Keiser κι εύχομαι εις το επανιδείν!

    ΑπάντησηΔιαγραφή